ΑΓΡΙΑ ΠΑΝΙΔΑ
Συνύπαρξη Λύκου και Ανθρώπου στην Πάρνηθα
19/12/2023

Το τελευταίο χρονικό διάστημα, βλέπουν το φως της δημοσιότητας άρθρα για τους λύκους και τις απώλειες που προκαλούν στον πρωτογενή τομέα (κτηνοτροφία) ή τον κίνδυνο που τυχόν ελλοχεύει για την ανθρώπινη ασφάλεια. Η γλώσσα που συχνά χρησιμοποιείται παραπέμπει σε παλαιότερες εποχές δαιμονοποίησης των λύκων, αγνοώντας τα επιστημονικά δεδομένα δεκαετιών έρευνας.

Αλλά και πριν από 8 χρόνια, τον Νοέμβριο του 2015, η Περιβαλλοντική Οργάνωση Καλλιστώ https://www.callisto.gr/ ενημέρωσε το ευρύ κοινό για την επανεμφάνιση του λύκου στον Εθνικό Δρυμό της Πάρνηθας μετά από 50 χρόνια απουσίας του είδους.

Η επανάκαμψη του λύκου στην περιοχή της Πάρνηθας και την ευρύτερη περιοχή ερμηνεύεται αποκλειστικά και μόνο με την διαδικασία της φυσικής επαναποίκισης από άτομα του είδους σε διασπορά, η οποία έχει ξεκινήσει εδώ και δύο τουλάχιστον δεκαετίες, με την σταδιακή επανεμφάνιση λύκων σε περιοχές της πρότερης κατανομής του είδους στην Στερεά Ελλάδα.

Η φυσική δάσωση σε μεγάλες εκτάσεις της ημιορεινής και ορεινής ζώνης, που ακολούθησαν την σταδιακή εγκατάλειψη της υπαίθρου και την ορθολογικότερη διαχείριση των δασών, η βελτίωση του νομικού καθεστώτος προστασίας του λύκου και της αρκούδας, και η επανάκαμψη των οπληφόρων, όπως ο αγριόχοιρος και το ζαρκάδι στην Ηπειρωτική Ελλάδα και το ελάφι στον Ε.Δ. Πάρνηθας, αποτέλεσαν τις βασικότερες αιτίες για την σταδιακή επανάκαμψη του είδους σε περιοχές όπου είχε παλιότερα εξαφανισθεί.


Η παρουσία του λύκου στον Ε.Δ. Πάρνηθας, όπως εξάλλου ισχύει και στο σύνολο της κατανομής του είδους στην Ευρώπη, δεν αποτελεί απειλή για τους περιπατητές της Πάρνηθας, καθώς οι λύκοι φοβούνται τον άνθρωπο. Παρόλα αυτά, η παρουσία του είδους στην περιοχή, μπορεί να συνοδευτεί από ζημιές στο κτηνοτροφικό κεφάλαιο. Στην περίπτωση αυτή, πρέπει να υπάρξει σχετική μέριμνα για την ενίσχυση των μεθόδων φύλαξης και προστασίας των κοπαδιών. Δύο χαρακτηριστικά παραδείγματα της απαιτούμενης ενίσχυσης είναι η τοποθέτηση ηλεκτροφόρου περίφραξης γύρω από τις κτηνοτροφικές εγκαταστάσεις και η χρήση καλών σκύλων φύλαξης κοπαδιών. Μάλιστα η ΚΑΛΛΙΣΤΩ έχει εδώ και χρόνια αναπτύξει ένα πανελλαδικό δίκτυο ανταλλαγών ή δωρεών τέτοιων σκύλων μεταξύ κτηνοτρόφων.

Αξίζει, τέλος, να σημειωθεί ότι ο λύκος, ως ανώτερος θηρευτής, αναμένεται να επιδράσει θετικά στο οικοσύστημα της Πάρνηθας και στον αυτόχθονα πληθυσμό του ελαφιού. Φυσικά, η αλληλεπίδραση των δύο ειδών πρέπει να παρακολουθείται συστηματικά.


Περί «υπερπληθυσμού» λύκων και άλλων δαιμονίων

Όσον αφορά τα δημοσιεύματα, που αναφέραμε στην αρχή του άρθρου, αναφέρεται συχνά, ο όρος «υπερπληθυσμός λύκων», ενώ σε μερικές περιπτώσεις παρουσιάζονται μέχρι και «πληθυσμιακές εκτιμήσεις» από κατοίκους, οι οποίες στην πλειοψηφία τους θεωρούνται υπερβολικές από όσους γνωρίζουν τα στοιχειώδη περί της βιολογίας των λύκων. Πέρα από το προφανές ότι δεν μπορεί κάποιος αυθαίρετα να αναφέρεται σε «υπερπληθυσμό» ενός είδους της άγριας πανίδας, έχουμε να επισημάνουμε επιπλέον τα εξής:

•             Η σύγκρουση της άγριας πανίδας με τον πρωτογενή τομέα αποτελεί ένα σοβαρό ζήτημα που δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται μονομερώς και με όρους αποκλειστικά επικοινωνιακούς.

•             Οι παραγωγοί δεν μπορούν και δεν πρέπει να επωμίζονται μόνοι τους το οικονομικό κόστος της σύγκρουσης και χρειάζονται έμπρακτη υποστήριξη για να αντιμετωπίσουν τις όποιες δυσκολίες.

•             Η επανάκαμψη των λύκων είναι πράγματι γεγονός, συνεπακόλουθο της νομικής προστασίας του είδους και κυρίως των αλλαγών χρήσεων γης και των κοινωνικοοικονομικών συνθηκών και πρακτικών. Πιο συγκεκριμένα, η εγκατάλειψη της υπαίθρου, η αύξηση της εντατικής κτηνοτροφίας έναντι της νομαδικής/εκτατικής, η ανάκαμψη πολλών δασικών οικοσυστημάτων και η πληθυσμιακή αύξηση των ειδών που αποτελούν τη φυσική λεία του λύκου, όπως είναι ο αγριόχοιρος και το ζαρκάδι, είναι παράγοντες που έχουν συμβάλλει στην επανάκαμψη των λύκων στην Ελλάδα. Ο αριθμός των λύκων σχετίζεται και επηρεάζεται άμεσα από την πυκνότητα των θηραμάτων του και το είδος μπορεί να διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στον έλεγχο των πληθυσμών τους και τον περιορισμό της εξάπλωσης μεταδοτικών ασθενειών τους.

•             Η πυκνότητα των λύκων στην Ελλάδα διαφοροποιείται από περιοχή σε περιοχή και κυμαίνεται από 2 έως 10 άτομα ανά 100 τετραγωνικά χιλιόμετρα, σύμφωνα με τις επιστημονικές καταγραφές πεδίου των τελευταίων ετών. Οι αγέλες των λύκων διατηρούν αποκλειστικές επικράτειες με έκταση που κυμαίνεται από 100 έως 300τετραγωνικά χιλιόμετρα.

•             Ο αριθμός των επιθέσεων λύκων στο κτηνοτροφικό κεφάλαιο επηρεάζεται, αλλά δεν είναι ανάλογος του πληθυσμού τους. Όπως έχουν δείξει πολλές επιστημονικές έρευνες ανά τον κόσμο, ο αριθμός των επιθέσεων εξαρτάται κυρίως από τον αριθμό και το είδος των κτηνοτροφικών ζώων και τα μέτρα πρόληψης που εφαρμόζονται τοπικά. Ενδεικτικά αναφέρεται, ότι ένα από τα μεγαλύτερα ποσοστά καταγράφεται στη Νορβηγία, χώρα όπου ο λύκος θηρεύεται συστηματικά και διατηρεί πολύ μικρούς πληθυσμούς, ενώ τα εκατομμύρια προβάτων βόσκουν χωρίς επιτήρηση.

•             Αντίθετα από ό,τι συχνά αναφέρεται, οι επιθέσεις λύκων σε αιγοπρόβατα παρουσιάζουν αθροιστικά πτωτική τάση τα τελευταία 10 χρόνια στην Ελλάδα, σύμφωνα με τα στοιχεία που διατηρεί ο ΕΛΓΑ. Αντιθέτως, οι επιθέσεις στα βοοειδή αυξάνονται. Αυτό οφείλεται αφενός στην αύξηση του αριθμού τους, λόγω των υψηλών επιδοτήσεων της Ε.Ε και του σημαντικά μικρότερου απαιτούμενου φόρτου επιτήρησης κατά τη βόσκησή τους που λειτουργούν ως σημαντικά κίνητρα, αλλά ταυτόχρονα και εξαιτίας της παρατηρούμενης σε πολλές περιοχές ελλιπούς εφαρμογής μέτρων πρόληψης των επιθέσεων.

•             Για τη μεγάλη συρρίκνωση της αιγο-προβατοτροφίας τις τελευταίες δεκαετίες στην Ελλάδα συνηγορούν κυρίως κοινωνικοοικονομικοί λόγοι (π.χ. η οριζόντια ΚΑΠ -Κοινή Αγροτική Πολιτική -της ΕΕ) και όχι πρωτίστως η παρουσία των λύκων, όπως σε μερικές περιπτώσεις αναφέρεται. Από την άλλη, ο λύκος μπορεί να αποτελεί «τη σταγόνα που ξεχειλίζει το ποτήρι» σε μια ήδη προβληματική κατάσταση.

•             Οι μέσες ετήσιες ποσοστιαίες απώλειες κτηνοτροφικού κεφαλαίου ανά επηρεαζόμενο παραγωγό κυμαίνονται από 1,5% έως 7% για τις μονάδες αιγοπροβάτων και από 0,5% έως 5,5%για τις μονάδες βοοειδών, σύμφωνα με επιστημονικές καταγραφές και τις αναφορές των ίδιων των παραγωγών, όπως προκύπτει από την υλοποίηση σχετικών ερευνών.  Σημαντικό ποσοστό παραγωγών φαίνεται να μην έχει καθόλου απώλειες από επιθέσεις λύκου, ενώ οι ποσοστιαίες απώλειες από ασθένειες είναι συχνά αρκετά υψηλότερες.

•             Για τη βελτίωση των όρων συνύπαρξης του λύκου με την κτηνοτροφία απαιτείται: α) η οριζόντια υποστήριξη των παραγωγών μέσω ενίσχυσής τους για την εφαρμογή ή εντατικοποίηση προληπτικών μέτρων – παραδοσιακών και σύγχρονων- αξιοποιώντας είτε ευρωπαϊκούς είτε εθνικούς πόρους, β) ο εκσυγχρονισμός του συστήματος γεωργικής ασφάλισης του ΕΛΓΑ και ο συνδυασμός του με επιδότηση των προληπτικών μέτρων, γ) η σύνταξη και υλοποίηση Εθνικού Σχεδίου Δράσης για τον λύκο.

•             Η θανάτωση λύκων έχει μέτρια αποτελεσματικότητα ως μέθοδος περιορισμού των επιθέσεων στο κτηνοτροφικό κεφάλαιο και απαιτεί μεγάλες πληθυσμιακές μειώσεις για να έχει κάποιο εμφανές αντίκτυπο. Ως εκ τούτου, θεωρείται κοινωνικά ασύμβατη και οικολογικά επισφαλής. Αντιθέτως, οι παραδοσιακές αλλά και οι σύγχρονες μέθοδοι πρόληψης υπερτερούν σε αποτελεσματικότητα, όπως έχει διαπιστωθεί από σχετικές έρευνες.

•             Αν και ο λύκος στην Ελλάδα δεν αποτελεί θηρεύσιμο είδος, το νομικό καθεστώς προστασίας δεν εφαρμόζεται πλήρως και μεγάλος αριθμός λύκων εξοντώνεται, δηλητηριάζεται ή ακόμα και βασανίζεται παράνομα κάθε χρόνο στη χώρα.

•             Οι τραυματισμοί ανθρώπων από υγιείς (μη λυσσασμένους) λύκους αποτελούν πάρα πολύ σπάνια περιστατικά στην Ευρώπη και σχετίζονται κυρίως με εξοικειωμένους λύκους που έχουν προκύψει από την έκθεσή τους σε ανθρωπογενείς πηγές τροφής. Μόνο 2επιβεβαιωμένα περιστατικά θανάτωσης ανθρώπων από λύκους έχουν καταγραφεί τα τελευταία 40 χρόνια σε Ευρώπη και Βόρεια Αμερική. Συγκριτικά με άλλους παρόμοιους κινδύνους, αναφέρεται ότι μόνο το 2016 στην Ευρωπαϊκή Ένωση καταγράφηκαν 46 επιβεβαιωμένοι θάνατοι ανθρώπων από σκύλους, ενώ τα περιστατικά τραυματισμών ανθρώπων από αδέσποτα ή οικόσιτα σκυλιά είναι χιλιάδες κάθε χρόνο.

 

Η ΚΑΛΛΙΣΤΩ, σε συνεργασία με τον Οργανισμό Φυσικού Περιβάλλοντος και Κλιματικής Αλλαγής-ΟΦΥΠΕΚΑ, συμμετέχει στην υλοποίηση ευρωπαϊκού έργου με τίτλο LIFE Wild Wolf «Δράσεις διαχείρισης για τη διατήρηση του λύκου στη φυσική του κατάσταση σε ανθρωπογενή τοπία της Ευρώπης». Επίσης, με την υποστήριξη αφενός του WWF Ελλάς στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας για την διαφύλαξη εμβληματικών ειδών της Μεσογείου και αφετέρου του Πράσινου Ταμείου(Πρόγραμμα «Καινοτόμες δράσεις με τους πολίτες»), υλοποιεί δράσεις για τη βελτίωση των όρων συνύπαρξης ανθρώπου – λύκου στην Ελλάδα.  Για τις δράσεις των προγραμμάτων και για τα αποτελέσματά τους η ΚΑΛΛΙΣΤΩ ενημερώνει τόσο τους αρμόδιους φορείς όσο και το ευρύ κοινό.